- οττάβα
- ημουσ. η οκτάβα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. ottawa < λατ. octava (βλ. λ. οκτάβα)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
οντάριο — (Ontario). Επαρχία (1.068.580 τ. χλμ., 9 546 000 κατ.) του νότιοκεντρικού Καναδά. Πρωτεύουσα είναι το Τορόντο. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας και περιλαμβάνεται μεταξύ των επαρχιών Μανιτόμπα στα Δ και Κεμπέκ στα Α, του Κόλπου… … Dictionary of Greek
Ντελάγουερ — I (Delaware). Πολιτεία (5.295 τ. χλμ., 796.165 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ του νοτίου Ατλαντικού· Πρωτεύουσα της πολιτείας είναι το Ντόβερ. βρέχεται στα Α από τον Ατλαντικό ωκεανό (κόλπος Ντελάγουερ) και συνορεύει στα Β με την Πενσιλβάνια, στα Δ και… … Dictionary of Greek
Σαιντ Λόρενς — (Saint Lawrence). Ποταμός της βόρειας Αμερικής, που συγκεντρώνει τα νερά ολόκληρης της περιοχής των Μεγάλων Λιμνών και εκβάλλει στον Ατλαντικό ωκεανό (Κόλπος του Σαιντ Λόρενς). Ο ποταμός αποτελεί μαζί με τις πέντε μεγάλες βορειοαμερικανικές… … Dictionary of Greek
Σαμπλέν, Σαμουέλ ντε- — (Champlain). Γάλλος εξερευνητής (Μπρουάζ 1567 Κεμπέκ 1635). Ύστερα από ένα ταξίδι στην κεντρική Αμερική, ο βασιλιάς της Γαλλίας Ερρίκος Δ’ τον έστειλε, το 1602, στον Καναδά, όπου εξερεύνησε την περιοχή του Κεμπέκ, ανακάλυψε τον ποταμό Σάγκεναιυ,… … Dictionary of Greek
Ottawa — 渥太華 (Chinese), Otavo (Esperanto), Otava (Galician, Lithuanian), Ottava Οττάβα (Greek), Оттава (Russian), Former names: Bytown (1850 1855) … Names of cities in different languages